Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μία σοβαρή δημογραφική κρίση. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το 2023 γεννήθηκαν 71.455 παιδιά, μειωμένα κατά 6,1% σε σχέση με το 2022, ενώ οι θάνατοι για άλλη μια χρονιά υπερέβησαν τις γεννήσεις. Από το 2010, οι γεννήσεις έχουν μειωθεί κατά 38%, με την οικονομική κρίση να επιβαρύνει την απόφαση για απόκτηση παιδιού. Η γήρανση του πληθυσμού και η μείωση των γεννήσεων απειλούν τη βιωσιμότητα της χώρας, απαιτώντας άμεσες λύσεις.
Η αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος έχει τεθεί ψηλά στην ατζέντα της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, ενώ προσωπικά, ως βουλευτής έχω εκφράσει διαχρονικά τις θέσεις και τις προτάσεις μου προς την κατεύθυνση της στήριξης της οικογένειας.
Η σύνδεση δημογραφικής και οικογενειακής πολιτικής με κάθε πτυχή δημόσιας δράσης είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση της κρίσης. Η στρατηγική «family mainstreaming», όπως προτείνει η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Ελλάδος, αποτελεί θεμέλιο λίθο για την προώθηση των συμφερόντων των οικογενειών και την αύξηση των γεννήσεων. Μία ουσιαστική δημογραφική και οικογενειακή πολιτική οφείλει να αγγίζει πολλούς τομείς της δημόσιας ζωής, περιλαμβάνοντας μέτρα κοινωνικής και οικονομικής στήριξης.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει ήδη θέσει σε εφαρμογή μέτρα όπως το επίδομα γέννησης 2.000 ευρώ, αυξημένα επιδόματα για πολύτεκνες και τρίτεκνες οικογένειες, και μείωση ΦΠΑ σε βρεφικά είδη. Επίσης, υλοποιούνται πολιτικές για τη συμφιλίωση επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, με βελτίωση υποδομών φύλαξης παιδιών και ευέλικτες μορφές εργασίας. Μάλιστα, πρόσφατα, ανακοινώθηκαν πρόσθετα μέτρα για την ενίσχυση των οικογενειών, όπως η αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, νέες παροχές για τρίτεκνες οικογένειες, και vouchers από επιχειρήσεις σε νέους γονείς. Παράλληλα, προβλέπονται θέσεις σε βρεφονηπιακούς σταθμούς και επέκταση του προγράμματος «Νταντάδες της Γειτονιάς». Επιπλέον, καταργείται ο φόρος 15% στις ιδιωτικές ασφάλειες υγείας παιδιών και παρέχεται δωρεάν προληπτικός έλεγχος γονιμότητας για γυναίκες.
Η στήριξη της στέγασης αποτελεί κεντρικό πυλώνα για την ενίσχυση των νέων οικογενειών. Το νέο πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ» στοχεύει στη διευκόλυνση της πρόσβασης των νέων σε κατοικίες, με επιδότηση δανείων για αγορά κατοικίας και διευρυμένα εισοδηματικά κριτήρια για νέους ηλικίας 25-50 ετών. Ταυτόχρονα, προωθούνται κατασκευές νέων κατοικιών και ανακαινίσεις, δημιουργώντας ένα πιο προσιτό περιβάλλον για τους νέους.
Παράλληλα, αναμορφώνονται βασικά κοινωνικά επιδόματα, όπως το επίδομα παιδιού, το επίδομα στέγασης και το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, με αυξήσεις ποσών και διευρυμένα κριτήρια.
Η εφαρμογή μίας ολοκληρωμένης πολιτικής για τη δημογραφική και οικογενειακή στήριξη είναι ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα. Με στρατηγικές ενίσχυσης της οικογένειας, μέτρα στήριξης της στέγασης και ένα περιβάλλον που ενθαρρύνει την απόκτηση παιδιών, η χώρα μπορεί να αντιστρέψει την κρίση και να εξασφαλίσει ένα βιώσιμο μέλλον.