Η Θεσσαλονίκη, ως η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, βρίσκεται αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις που αφορούν την αντιπλημμυρική της θωράκιση και τη διαχείριση των υδάτινων πόρων. Το ζήτημα αυτό, το έθεσα και στην πρόσφατη συνάντηση στην πόλη μας του Πρωθυπουργού με τους βουλευτές Θεσσαλονίκης. Η αντιμετώπισή τους, λοιπόν, προβάλει ακόμα πιο έντονα λόγω των μεγάλων κλιματικών μεταβολών, που επισυμβαίνουν με πιο γρήγορο ρυθμό. Παράλληλα, η έντονη αστικοποίηση και οι μη επαρκείς υποδομές αντιπλημμυρικής προστασίας και η διαχρονικά ανεπαρκής διαχείριση των υδάτινων πόρων έχουν οδηγήσει σε αύξηση της συχνότητας και της σοβαρότητας των πλημμυρικών φαινομένων. Οι ιστορικές καταγραφές δείχνουν μια αυξανόμενη τάση πλημμυρών τις τελευταίες δεκαετίες, γεγονός που επιβάλλει την άμεση λήψη μέτρων.
Της βουλευτή Α’ Θεσσαλονίκης ΝΔ Άννας Ευθυμίου
Τα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ), σε εναρμόνιση με την ευρωπαϊκή οδηγία 2007/60/ΕΚ, αποτελούν στρατηγικό άξονα για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων στην Κεντρική Μακεδονία. Σύμφωνα με τα ΣΔΚΠ, πολλά τμήματα της Κεντρικής Μακεδονίας, όπως η Ανατολική Θεσσαλονίκη, η περιοχή της Θέρμης και το πολεοδομικό συγκρότημα της πόλης, χαρακτηρίζονται ως Ζώνες Δυνητικά Υψηλού Κινδύνου Πλημμύρας (ΖΔΥΚΠ).
Για την αντιμετώπιση των πλημμυρών, οι ειδικοί προτείνουν μια ολιστική προσέγγιση που θα εξετάζει το σύνολο της λεκάνης απορροής, αντί να εστιάζει μόνο στα πεδινά αντιπλημμυρικά έργα. Αυτό σημαίνει ότι εκτός από την κατασκευή αγωγών ομβρίων υδάτων στις αστικές περιοχές και την αποσύνδεση των δικτύων ομβρίων από τα δίκτυα αποχέτευσης, πρέπει να δοθεί έμφαση και στη διαχείριση και των ορεινών λεκανών απορροής. Η ανασύσταση των δασών και η αναδάσωση αποψιλωμένων περιοχών, καθώς και η κατασκευή έργων ορεινής υδρονομίας, θα συμβάλουν σημαντικά στη μείωση των πλημμυρικών αιχμών και της στερεομεταφοράς.
Εξίσου σημαντική είναι και η ορθή πολεοδόμηση, η εγκατάσταση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και η συνεχής ενημέρωση και εκπαίδευση του πληθυσμού σε θέματα πολιτικής προστασίας.
Παράλληλα, η αντιμετώπιση της λειψυδρίας αποτελεί άλλη μια κρίσιμη πρόκληση για τη Θεσσαλονίκη. Η αύξηση της κατανάλωσης νερού κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, σε συνδυασμό με τη μείωση των υδάτινων πόρων, αλλά και τις σημαντικές απώλειες κατά τη μεταφορά του νερού καθιστούν απαραίτητη την εφαρμογή πολιτικών εξοικονόμησης νερού και ανακύκλωσης. Μάλιστα, έχω εγκαίρως τοποθετηθεί για το θέμα αυτό από το βήμα της Ολομέλειας της Βουλής με την ιδιότητά μου ως αν. κοινοβουλευτική εκπρόσωπος της Ν.Δ..
Η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τη σημασία της εξοικονόμησης νερού είναι ζωτικής σημασίας, ώστε οι πολίτες να κατανοήσουν τις επιπτώσεις της λειψυδρίας και να υιοθετήσουν πρακτικές που συμβάλλουν στη μείωση της κατανάλωσης νερού. Επιπλέον, οι επενδύσεις σε υποδομές, όπως ταμιευτήρες, φράγματα και συστήματα άρδευσης, είναι απαραίτητες για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων. Οι υποδομές αυτές είναι κομβικό να σχεδιαστούν με γνώμονα τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητα στις κλιματικές αλλαγές.
Η Θεσσαλονίκη, ως μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Ελλάδας, χρειάζεται να αναπτύξει μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών. Στην κατεύθυνση αυτή, η επιτυχής αντιμετώπισή τους απαιτεί συνεργασία και συναίνεση μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Η κυβέρνηση, οι τοπικές αρχές, οι εταιρείες ύδρευσης και οι πολίτες είναι κρίσιμο να συνεργαστούν στενά για την ανάπτυξη και την εφαρμογή λύσεων, που θα διασφαλίζουν την επάρκεια και την ποιότητα του νερού.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Καρφίτσα» στις 9/9/2024